Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

πρὸς τὸν λόφον

См. также в других словарях:

  • προσβαίνω — Α [βαίνω] 1. επιβαίνω, πατώ σε κάτι («εἷλκον δὲ τὰς νευράς, ὁπότε το ξεύοιεν, πρὸς τὸ κάτω τοῡ τόξου τῷ ἀριστερῷ ποδὶ προσβαίνοντες», Ξεν.) 2. προσεγγίζω, πλησιάζω σε κάποιο μέρος («Ἀργεῑοι προσέβαινον εἰς τὴν Λάκαιναν», Ξεν.) 3. ανέρχομαι,… …   Dictionary of Greek

  • Νορβηγία — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στη Σκανδιναβία. Συνορεύει Α με τη Σουηδία, ΒΑ με τη Φινλανδία και τη Ρωσία, Β βρέχεται από τη θάλασσα Μπάρεντς και Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.H Ν. (της οποίας η ονομασία, Nόργκε ή Nοργκ σημαίνει δρόμος του βορρά),… …   Dictionary of Greek

  • έφοδος — (I) ἐφοδος, ον (Α) (εσφ. αν. τού εύέφοδος ευπρόσιτος, ευκολοπλησίαστος (α. «σταύρωμα ἔπηξαν καὶ ἔρυμά τε, ᾗ ἐφοδώτατον ἦν τοῑς πολεμίοις», Θουκ. β. «συνιδὼν ἔφοδον ὄντα τὸν λόφον», Πολύαιν.). (II) ἔφοδος, o (A) 1. αυτός που περιέρχεται και… …   Dictionary of Greek

  • Isthmian Games — The Isthmian Games or Isthmia (ancient Greek Ἴσθμια) were one of the Panhellenic Games of Ancient Greece, and were named after the isthmus of Corinth, where they were held. As with the Nemean Games, the Isthmian Games were held both the year… …   Wikipedia

  • υπόκειμαι — ὑπόκειμαι, ΝΜΑ [κεῑμαι] 1. κείμαι, βρίσκομαι από κάτω (α. «τα υποκείμενα στρώματα υποχώρησαν» β. «τοιαύτης κρηπίδος ὑποκειμένης αὐταῑς», Πλάτ.) 2. είμαι υποταγμένος σε κάποιον, εξαρτώμαι από κάποιον (α. «υπόκειται στον νόμο» β. «ὑποκεῑσθαι τῷ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»